Παρακολουθώντας την ανθρώπινη ζωή γύρω μου, δεν μπορώ να μη διακρίνω, ανάμεσα στους αμέτρητους μικρόκοσμους, τους προτεινόμενους ως επιτυχημένους. Δεν ξέρω αν είναι κάποια κοινωνικοοικονομική ίωση απ’ τη δύση ή καθολικό φαινόμενο των «πολιτισμένων» περιοχών, αλλά μας επιβάλλεται η …επιχειρηματικότητα. Στην πλήρη έννοιά της ταιριάζει στο ανθρώπινο ον και δεν θα ήμασταν εδώ τώρα αν δεν επιχειρούσαμε αδιάλειπτα ως είδος. Τι γίνεται όμως και εμφανίζεται μονοσήμαντα; Ποιος μας σπρώχνει προς την αγοραία επιτυχία και μόνο; Αφήνουμε αναπάντητο το «ποιος» και το «γιατί» κι αυτό γιατί μόνο χρόνο θα χάσουμε. Σενάρια και θεωρίες που καταλήγουν να μας διχάζουν με την επιφάνειά τους. Κι αυτό γιατί με την επιφάνεια ασχολούμαστε συνήθως και σε μερικούς αυτό κρατάει για μια ζωή.
Αυτό που θα έπρεπε να μας απασχολεί ή τουλάχιστον να έχει γίνει αντιληπτό, είναι ότι αν γδύναμε τις προσπάθειές μας και αναζητούσαμε το λόγο που προσπαθούμε –και προσπαθούμε πολύ- θα δούμε ότι στην πλειονότητά τους οι προσπάθειες αφορούν στην επαγγελματική αποκατάσταση, την οικονομική άνεση, την αγοραστική δύναμη ή την ασφάλεια. Ανώτερες σπουδές, μεταπτυχιακά, πολυσέλιδα βιογραφικά, ξένες γλώσσες όσες αντέχει ο καθένας… Μετά ο άλλος γύρος, αυτός της αναζήτησης αντίστοιχης εργασίας. Ένας αγώνας δρόμου, συχνά, με τίμημα τη μοναξιά, την ξενιτιά. Ακόμη πιο συχνά ο δρόμος μονόδρομος. Όλα στημένα μόνο για τις αγορές. Μόνο για την οικονομία.
Αναζητώντας γύρω μας ευκαιρίες θα δούμε ότι υπάρχει ένα κυνήγι καινοτομίας, διαγωνισμοί επιχειρηματικότητας, μαραθώνιοι ιδεών, workshops, ενημερωτικές διοργανώσεις, mentoring με κερασάκι. Θεωρητικά στοχεύουν στο άτομο και την προσωπικότητά του. Αφού προσελκύσουν τις προσωπικότητες, διανέμονται ρόλοι σε ομαδικό έργο και η ομάδα που προκύπτει αγωνίζεται και διαγωνίζεται να εμφανιστεί κερδοφόρα. Εκπαιδεύεται να προσελκύσει επενδυτές, να πείσει το κοινό, να γίνει μεγάλη. Να έχει προοπτική κλιμάκωσης. Να γίνει τεράστια. Να μπορεί να κατακλύσει τον κόσμο.
Να κατακλύσει τον κόσμο. Η ομάδα. Η επιχείρηση. Η ιδέα. Η ιδέα να γίνει εμπόρευμα. Αν η ιδέα δεν μπορεί να γίνει εμπόρευμα δεν τη θέλει κανείς. Ακόμη κι αυτός που θα μπορούσε να ωφεληθεί, θα ένιωθε πιο σίγουρος αν την αγόραζε…
Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο που η ζωή μας κινείται σε ράγες ενός τρένου που δεν μπορεί να σταματήσει, ούτε έχει τέρμα. Δεν είμαστε επιβάτες όπως νομίζουμε, είμαστε τα καύσιμα. Και κανείς δε θα χαράμιζε το παιδί του ως καύσιμο. Και όλοι είναι παιδιά κάποιου. Όλοι είμαστε παιδιά κάποιων. Και τα παιδιά θέλουν αγάπη. Για την αγάπη business plan δεν ξέρω αν γίνεται. Γι’ αυτό ρωτάω τον άνθρωπο που είναι στο τρένο “Quo vadis?”