Αν και δεν είμαι συγγραφέας (περιμένω να γεράσω λίγο…) είμαι άνθρωπος της συγγραφής. Ως τέτοιος, πάντα τρύπωνα στην ψυχή του άλλου. Μέσα απ’ το προφίλ ενός ματιού, μέσα από την αμήχανα μετέωρη παλάμη που αγνοήθηκε, ακολουθώντας τη διαδρομή από ένα παιδικό δάκρυ, την τρεμάμενη μικρή γλωσσίτσα… ή το γέρικο χέρι που ψάχνει ν’ ακουμπήσει κάπου σήμερα…
Κατασκοπεύοντας λοιπόν αδιάκριτα την ανθρωπότητα δεν μπορούσα παρά να μπαίνω για λίγο στη θέση των άλλων, ίσως γι’ αυτό δεν έχω νιώσει ποτέ μοναξιά. Μέσα μου ζουν μυριάδες άνθρωποι, ακόμη κι αυτοί που απλά τους φαντάστηκα.
Έμαθα λοιπόν -ή μήπως το είχα ξεχάσει;- να νιώθω τη θέση των άλλων.
Και έτσι ένιωσα πόσο μεγάλες είναι οι Κυριακές όταν το πιάτο σου είναι άδειο, όταν δεν έχεις παπούτσια να βγεις βόλτα, όταν αγνοείς το πονεμένο δόντι σου, όταν το κρύο έχει φτάσει μέχρι την καρδιά σου…
Πόσο μεγάλες είναι οι Κυριακές χωρίς μπαλόνι να γυαλίζει στον ήλιο, χωρίς καφέ στην παραλία, χωρίς θάλασσα το καλοκαίρι… μόνο απροσπέλαστα βουνά. Τις πολιτισμένες Κυριακές όλοι κάτι έχουν να κάνουν….πληρωτέο. Δωρεάν η αδιαφορία, και στις πολλές αδιαφορίες δώρο η φιλανθρωπία.
Έτσι φτάσαμε να θέλουμε παστίλιες για τον πόνο του άλλου…με μέλι όμως…με μέλει…